Η λέξη «κατάθλιψη» προέρχεται από το ρήμα καταθλίβω που σημαίνει πιέζω-καταπιέζω κάτι μέχρι να συντριβεί. Στην καταθλιπτική διαταραχή συνθλίβονται οι ψυχικές δυνάμεις του ατόμου.
Η κατάθλιψη είναι μία ψυχική διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη θλίψη, απώλεια του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης, συναισθήματα ενοχής και χαμηλής αυτοεκτίμησης, προβλήματα ύπνου και όρεξης και μειωμένη συγκέντρωση. Τα συμπτώματα αυτά εμμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και το άτομο δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά ακόμη και τις καθημερινές του ανάγκες.
Τις τελευταίες δεκαετίες έγινε προφανές ότι η εξάρτηση από το αλκοόλ έχει πολλαπλές αιτίες και ότι δεν υπάρχει ένας και μόνος παράγων που να προκαλεί την παθολογική κατάσταση. Πράγματι, παρατηρείται ότι πρέπει να συνυπάρχουν ταυτόχρονα αρκετοί παράγοντες για να οδηγηθεί ένα άτομο στην εξάρτηση, μέσω μιας διαδρομής που επίσης απαιτεί ικανό χρονικό διάστημα. Οι πολλαπλοί προδιαθεσικοί παράγοντες μπορεί να είναι φύσεως βιολογικής (γενετικό υπόβαθρο, διαφορετική έκφραση ενζύμων που μεταβολίζουν την αιθανόλη, διαφορετική τάση προς εθισμό), ψυχολογικής (κατάθλιψη, στρες, κοινωνική φοβία, διαταραχές συμπεριφοράς όπως παθολογικό τυχερό παιχνίδι κλπ.) και κοινωνικής (κοινωνική πίεση, ο λεγόμενος «πολιτισμός του αλκοόλ», οικογενειακές και εργασιακές συγκρούσεις). Εκτός από τους προδιαθεσικούς αιτιολογικούς παράγοντες, διακρίνονται οι εκλυτικοί (περίοδοι αλλαγής στη ζωή του ατόμου, τραυματικά γεγονότα) και αυτοί που συντελούν στη χρονιότητα της εξάρτησης από το αλκοόλ (ψυχολογικοί μηχανισμοί άρνησης, κοινωνική ανεκτικότητα, νευροβιολογικός μηχανισμός εξάρτησης στο ΚΝΣ).
Σε παγκόσμιο επίπεδο
• Ο αλκοολισμός ευθύνεται για το 1,4% της παγκόσμιας συνολικής επιβάρυνσης από νοσήματα.
• Το αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 50%.
• Επιπολασμός εξάρτησης από αλκοόλ στον γενικό πληθυσμό 10%.
• Επιπολασμός κατάχρησης αλκοόλ στον γενικό πληθυσμό 30-40%.
• Τρίτο πρόβλημα δημόσιας υγείας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο
• 3,8% των συνολικών θανάτων οφείλονται στην κατάχρηση/εξάρτηση από το αλκοόλ (1,8 εκατομμύρια).
• 58,3 εκατομμύρια Ευρωπαίοι επιβαρύνονται από τις σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που έχει το αλκοόλ στην υγεία τους.
• 15,2% των χαμένων χρόνων ζωής για τους άνδρες και 3,9% για τις γυναίκες οφείλονται στην κατάχρηση αλκοόλ.
Η διαταραχή χρήσης αλκοόλ ορίζεται από το DSM-V (APA, 2013) ως ένα προβληματικό μοτίβο κατανάλωσης αλκοόλ που έχει ως αποτέλεσμα μια κλινικά σημαντική βλάβη ή δυσφορία, η οποία έχει τη μορφή δύο ή περισσότερων από τις ακόλουθες καταστάσεις εντός περιόδου 12 μηνών:
• Το αλκοόλ λαμβάνεται περισσότερο ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το προβλεπόμενο.
• Συνεχής επιθυμία ή ανεπιτυχής προσπάθεια για μείωση ή διακοπή της χρήσης αλκοόλ.
• Αφιερώνεται ή δαπανάται μεγάλο μέρος του χρόνου για την απόκτηση αλκοόλ, για τη χρήση ή για την ανάρρωση από τις επιπτώσεις του.
• Έντονη επιθυμία ή σφοδρή επιθυμία ή παρόρμηση για τη χρήση αλκοόλ.
• Αδυναμία ή αποτυχία εκπλήρωσης σημαντικών καθηκόντων εργασίας, σχολείου ή σπιτιού λόγω κατανάλωσης αλκοόλ.
• Η συνέχιση χρήσης αλκοόλ παρά τα επίμονα ή επαναλαμβανόμενα κοινωνικά ή διαπροσωπικά προβλήματα που προκαλούνται ή επιδεινώνονται με τη χρήση αλκοόλ.
• Προτεραιότητα στην κατανάλωση αλκοόλ με διακοπή ή μείωση σημαντικών δραστηριοτήτων.
• Κατανάλωση σε καταστάσεις οι οποίες προκαλούν φυσικούς και σωματικούς κινδύνους.
• Η συνέχιση της χρήσης αλκοόλ παρά την επίγνωση της ύπαρξης σε ένα επίμονο ή επαναλαμβανόμενο σωματικό ή ψυχολογικό πρόβλημα που πιθανότατα προκάλεσε ή επιδεινώθηκε από το αλκοόλ.
• Ανάγκη για περισσότερη ποσότητα από ό, τι κάποτε χρειαζόταν για το επιθυμητό αποτέλεσμα από το αλκοόλ ή μειωμένη επίδραση με συνεχιζόμενη χρήση ίδιας ποσότητας αλκοόλ.
• Συμπτώματα στέρησης με εκδήλωση προβλημάτων ύπνου, τρέμουλο χεριών, ανησυχία, ναυτία, εφίδρωση, γενικευμένοι τονικοκλονικοί σπασμοί, άγχος, κρίση ή αίσθηση πραγμάτων που δεν υπάρχουν (ψευδαισθήσεις) και χρήση για ανακούφιση ή αποφυγή τέτοιων συμπτωμάτων.
Ο αλκοολισμός ή η εξάρτηση από το αλκοόλ θεωρείται η πιο σοβαρή μορφή κατάχρησης αλκοόλ. Το DSM-Vενσωματώνει την κατάχρηση αλκοόλ και την εξάρτηση από το αλκοόλ σε μία μόνο διαταραχή με ήπιες, μέτριες και σοβαρές υποκατηγορίες.
Ήπια: Η παρουσία δύο έως τριών από τα παραπάνω συμπτώματα.
Μέτρια: Η παρουσία τεσσάρων έως πέντε από τα παραπάνω συμπτώματα.
Σοβαρή: Η παρουσία έξι ή περισσότερων από τα παραπάνω συμπτώματα.
Όταν κάποιος πίνει υπερβολικό αλκοόλ σε τακτική βάση και διακόψει απότομα, μπορεί να βιώσει στέρηση αλκοόλ. Τα στερητικά συμπτώματα περιλαμβάνουν αυξημένο τρέμουλο χεριών, εφίδρωση, αϋπνία, ταχυπαλμία, άγχος, κατάθλιψη, κόπωση, ευερεθιστότητα, παραισθήσεις, επιληπτικές κρίσεις.
Η έγκαιρη επισήμανση και διάγνωση του αλκοολισμού είναι αποφασιστικής σημασίας. Η υποχρεωτική, χωρίς τη θέληση του ασθενούς, θεραπεία έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.
Γενικά στις διαταραχές χρήσης αλκοόλ εμπλέκονται δύο θεραπευτικοί στόχοι. Ο πρώτος εστιάζει στην αποχή από την ουσία. Η αντιμετώπιση του συνδρόμου στέρησης του αλκοόλ πρέπει να γίνεται με νοσηλεία αν ο ασθενής έχει ιστορικό τρόμου μεγάλης βαρύτητας, ψευδαισθήσεων, επιληπτικών κρίσεων ή τρομώδους παραληρήματος. Ο δεύτερος στόχος είναι η ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία, η οικογενειακή ψυχοθεραπεία και οι ομάδες αυτοβοήθειας. Ο κλινικός πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνυπάρχουσες διαταραχές του ασθενούς (π.χ. διαταραχή πανικού, κατάθλιψη). Όταν οι διαταραχές αυτές εμμένουν χωρίς θεραπεία, ενδέχεται να συμβάλλουν στην υποτροπή κατάχρησης του αλκοόλ.
Οι παραπάνω αναφορές μας για τις ψυχιατρικές παθήσεις είναι ενδεικτικές και δεν αποτελούν οδηγίες εξαγωγής συμπερασμάτων και ειδικά αυτοδιάγνωσης.
Στα πλαίσια της κοινωνικής αποστασιοποίησης λόγω του κορωνοϊού COVID-19, η Κλινική μας έχει προβεί στη διαμόρφωση ειδικών χώρων φιλοξενίας νεοεισερχόμενων ασθενών, προς διασφάλιση της υγείας των νοσηλευομένων και του ιατρικού και λοιπού προσωπικού της κλινικής.
Η κλινική μας είναι πλήρως προσαρμοσμένη στις οδηγίες του Ε.Ο.Δ.Υ. και συνεχίζει να προσφέρει τις υψηλού επιπέδου υπηρεσίες της προσαρμοσμένες στις νέες συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί.